Ο ελβετικός οίκος θεωρείται ο εγκυρότερος διεθνώς σε θέματα αξιολόγησης αυτών των ζητημάτων, καταρτίζοντας κάθε χρόνο τον σχετικό πίνακα με 144 χώρες-μέλη του ΟΗΕ. Η κατηγοριοποίηση περιλαμβάνει τις χώρες «υψηλού βαθμού», «μεσαίου» και «χαμηλού βαθμού». Με βάση τα τελευταία στοιχεία, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου κατατάσσεται στην 49η θέση, η Γερμανία στην 68η, η Ολλανδία στην 109η, δηλαδή πολύ πιο ψηλά από τη… δακτυλοδεικτούμενη Κύπρο που βρίσκεται στην 114η θέση.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, η Γερμανία είναι 46 θέσεις υψηλότερα της Κύπρου και, παρά τις περισσότερες οικονομικές…σκιές που έχει, βρίσκεται σε θέση κατηγόρου. Η Γερμανία είναι -τουλάχιστον σε θέματα χρεών- ο μεγαλύτερος αμαρτωλός του 20ού αιώνα.
Αυτό δήλωνε ο Albrecht Ritschl μιλώντας με σκληρή γλώσσα στο «Der Spiegel» (26/1/2012). Ο Γερμανός καθηγητής Ιστορίας-Οικονομίας (στο LSE) θύμισε στον συμπατριώτη του δημοσιογράφο πως η δημοκρατία της Βαϊμάρης κατόρθωσε να επιζήσει από το 1924 μέχρι το 1929 αποκλειστικά με δανεικά. Μάλιστα για τις αποζημιώσεις του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου δανείστηκε από τις ΗΠΑ. Επρόκειτο για μια δανειακή πυραμίδα, η οποία κατέρρευσε με την κρίση του 1931. Τα χρήματα των δανείων των ΗΠΑ είχαν εξαφανιστεί, η ζημιά για τις ΗΠΑ ήταν τεράστια, οι συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία καταστροφικές.
Φρόντισαν οι ΗΠΑ
Αλλά και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι ΗΠΑ φρόντισαν να μη θέσει κανείς από τους συμμάχους αξιώσεις για αποζημίωση. Εκτός από μερικές εξαιρέσεις, ματαιώθηκαν όλες οι αξιώσεις ώς τη μελλοντική επανένωση της Δυτικής με την Ανατολική Γερμανία. Η βεβιασμένη σύμφωνα με την εκτίμηση και Γερμανών αναλυτών (λ.χ. του Wolfgang Munchau) ενοποίηση των δύο γερμανικών κρατών κόστισε 3 τρισ. ευρώ σε μεταφορές πληρωμών. Αποτέλεσε δε τη μεγαλύτερη περίπτωση οικονομικής κακοδιαχείρησης στον κόσμο. Ηταν ένα ρεκόρ που τώρα είναι έτοιμο να καταρριφθεί από τη γερμανοποίηση του ευρώ.
Και όμως, όπως παραδέχθηκαν αρκετοί Γερμανοί αρθρογράφοι και αναλυτές, το μεγαλύτερο «πάρτι» έγινε με αφορμή την ενοποίηση των δύο Γερμανιών. Από τις 3 Οκτωβρίου 1990 και για περίπου δύο χρόνια εφαρμόστηκε ένα σαρωτικό πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων-εκποίησης υποδομών, οργανισμών και παγίων της πρώην Ανατολικής Γερμανίας μέσω της περιβόητης Treuhand, με παράλληλη μεταφορά «κρυφών κεφαλαίων» της ανατολικογερμανικής Stasi σε κεντρικές αλλά και περιφερειακές τράπεζες (Landesbank) της ενιαίας πλέον Γερμανίας.
«Η Ε.Ε. θέλει το βρόμικο χρήμα για τον εαυτό της»
Αναστάτωση επικρατεί σε πολίτες της ρωσικής πρωτεύουσας, που οι τελευταίες εξελίξεις στην Κύπρο θίγουν άμεσα και τα συμφέροντά τους.
Τα τελευταία χρόνια «το νησί», όπως το αποκαλούν, έχει σχεδόν εποικιστεί από απλούς Ρώσους πολίτες αλλά και από τα χρήματα των ολιγαρχών που είχαν βρει «θαλπωρή» στις τράπεζες.
«Το να προσπαθείς να απαλλοτριώσεις τα χρήματα των καταθετών σε μια άλλη χώρα είναι μια ληστρική πράξη», υποστηρίζει με δήλωση στην «Ε» ο αρχισυντάκτης της ρωσικής εφημερίδας «Νόβαγια Γκαζέτα», Αντρέι Λίπσκι, και τονίζει:
«Οσα συμβαίνουν, ή μάλλον οι μέθοδοι που έχουν ακολουθηθεί μέχρι τώρα, μου θυμίζουν άλλες εποχές και άλλες καταστάσεις και, δυστυχώς, είναι ντροπή για τον πολιτικό πολιτισμό της Δυτικής Ευρώπης. Το να προσπαθείς να απαλλοτριώσεις τα χρήματα των καταθετών σε μια άλλη χώρα είναι μια ληστρική πράξη.
»Το ότι η Κύπρος ήταν ένα πλυντήριο βρόμικου χρήματος, που εξυπηρετούσε ιδιαίτερα στους Ρώσους, αυτό ήταν γνωστό σε όλους εδώ και πολλά χρόνια.
»Ισως λοιπόν έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον η χρονική στιγμή που επέλεξε ο σκληρός οικονομικός πυρήνας της Ευρωπαϊκής Ενωσης να ζητήσει ή μάλλον να απαιτήσει αυτά τα -πρώην βρόμικα- χρήματα για τον εαυτό της. Αν την ενδιέφερε πραγματικά η πάταξη του βρόμικου χρήματος, θα είχε πάρει άλλα μέτρα αμέσως μετά τη γέννηση του φαινομένου.
»Γεγονός που με κάνει να πιστεύω ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση με τις αποφάσεις της δεν κάνει αγώνα κατά του βρόμικου χρήματος, αλλά αγωνίζεται και διεκδικεί το βρόμικο χρήμα.
»Επίσης ένα άλλο, εύκολο συμπέρασμα που μπορώ να εξαγάγω παρακολουθώντας τα τελευταία χρόνια την οικονομική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι ότι τα καταφέρνει θαυμάσια στο να δημιουργεί προβλήματα, ενώ σχεδόν αδυνατεί να δώσει και την παραμικρή λύση».